xronismissios

Πέθανε ο Καβαλιώτης, μεγάλος συγγραφέας, Χρόνης Μίσιος

20 Νοεμβρίου 201216:06

xronismissiosΠέθανε το πρωί της Τρίτης σε ηλικία 82 ετών ο συγγραφέας και εμβληματική φυσιογνωμία της Αριστεράς, Χρόνης Μίσσιος.

Έγινε γνωστός από το βιβλίο του «Καλά εσύ σκοτώθηκες νωρίς» το 1985. Με αντιστασιακή δράση από μικρός, φυλακίστηκε και εξορίστηκε επί σειρά ετών.

Σε ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ αναφέρει ότι «στη ζωή του Χρόνη Μίσσιου αποτυπώνεται με τον πιο εύγλωττο τρόπο ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας της Αριστεράς της πατρίδα μας. Ο μοναδικός αυθεντικός λαϊκός και ανθρώπινος τρόπος γραφής του και το ανοιχτό του πνεύμα, τον έκαναν αγαπητό όχι μόνο στον κόσμο της Αριστεράς αλλά και ευρύτερα».

Τη θλίψη του για την απώλεια του Χρόνη Μίσσιου εξέφρασε ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς, Φώτης Κουβέλης, κάνοντας λόγο για έναν σημαντικό αγωνιστή της Αριστεράς «συνεπή στους αγώνες του (Εθνική Αντίσταση, καταδίκη εις θάνατον, πολυετής φυλακή και εξορία), συνεπής και στον αντιδογματισμό και στην ελευθερία της σχέσης του με την Αριστερά. Αναθεωρώντας διαρκώς την αντίληψή του για την πολιτική και αναζητώντας τη σύγχρονη Αριστερά και τα προτάγματά της, στα χρόνια της Μεταπολίτευσης στράφηκε περισσότερο στον αγώνα για την προστασία του περιβάλλοντος, των δικαιωμάτων και των ελευθεριών. Στα βιβλία του αποτύπωσε την εποχή του και τη συμμετοχή του στο αριστερό κίνημα με την ίδια ευθύτητα και αντισυμβατικότητα που χαρακτήριζε την πολιτική του διαδρομή. Εκφράζω τη βαθιά μου θλίψη για την απώλεια του Χρόνη Μίσσιου και τα συλλυπητήριά μου στους οικείους του».

Ποιος ήταν ο Χρόνης Μίσιος

Ο Χρόνης Μίσσιος γεννήθηκε στην Καβάλα το 1930, από γονείς καπνεργάτες, και έζησε τα πρώτα παιδικά του χρόνια στα Ποταμούδια, μια γειτονιά γεμάτη πρόσφυγες, καπνεργάτες από τη Θάσο και παράνομους κομμουνιστές κυνηγημένους από τη δικτατορία του Μεταξά. Αυτή την περίοδο, η οικογένειά του καταφεύγει στη Θεσσαλονίκη και ο Μίσσιος δουλεύει μικροπωλητής, με κασελάκι, στο λιμάνι. Το σχολείο το σταμάτησε στη δεύτερη τάξη του δημοτικού. Από τα Γιαννιτσά, όπου τον στέλνει ο Ερυθρός Σταυρός μαζί με άλλα παιδιά για να γλιτώσουν από την πείνα της Κατοχής, περνάει στους αντάρτες. Με την απελευθέρωση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και οργανώνεται στο Δημοκρατικό Στρατό Πόλεων. Το 1947 συλλαμβάνεται, βασανίζεται και καταδικάζεται σε θάνατο. Έζησε εννιά μήνες περιμένοντας κάθε πρωί να τον εκτελέσουν και γλίτωσε το θάνατο χάρη σ’ ένα τυχαίο γεγονός. Έκτοτε, μέχρι και τον Αύγουστο του 1973 (αμνηστία του Παπαδόπουλου) περνάει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σε φυλακές και εξορίες, ως πολιτικός κρατούμενος. Εκεί μαθαίνει ανάγνωση και γραφή. Ένα «διάλειμμα» ελευθερίας, μεταξύ 1962 και 1967, τον βρίσκει στέλεχος της νεολαίας της ΕΔΑ, μέλος της πενταμελούς γραμματείας της Δ.Ν. Λαμπράκη και, στη συνέχεια, ιδρυτικό μέλος του ΠΑΜ. Το πρώτο του βιβλίο «Καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς…» (Γράμματα, 1985) τον καθιέρωσε από τους πρώτους μήνες της κυκλοφορίας του ως συγγραφέα στη συνείδηση κριτικής και κοινού. Την ίδια ανταπόκριση βρήκε και το δεύτερο βιβλίο του «Χαμογέλα ρε, τι σου ζητάνε;» (Γράμματα, 1988). «Κοσμοκαλόγερος», σαν τους ήρωες ορισμένων από τα βιβλία του, ο Χρόνης Μίσσιος ζούσε μέχρι το θάνατό του, στο Καπανδρίτι

 

Ποια ζωή ρε καρντάσια;


Η ζωή μας μια φορά μάς δίνεται, άπαξ, που λένε, σα μια μοναδική ευκαιρία. Τουλάχιστον μ’ αυτή την αυτόνομη μορφή της δεν πρόκειται να ξανα-υπάρξουμε ποτέ.

Και μείς τι την κάνουμε ρε, αντί να τη ζήσουμε; Τι την κάνουμε; Τη σέρνουμε από δω κι από κει δολοφονώντας την…

Οργανωμένη κοινωνία, οργανωμένες ανθρώπινες σχέσεις. Μα αφού είναι οργανωμένες, πώς είναι σχέσεις; Σχέση σημαίνει συνάντηση, σημαίνει έκπληξη, σημαίνει γέννα συναισθήματος, πώς να οργανώσεις τα συναισθήματα…

Έτσι, μ’ αυτή την κωλοεφεύρεση που τη λένε ρολόι, σπρώχνουμε τις ώρες και τις μέρες σα να μας είναι βάρος, και μας είναι βάρος, γιατί δε ζούμε, κατάλαβες; Όλο κοιτάμε το ρολόι, να φύγει κι αυτή η ώρα, να φύγει κι αυτή η μέρα, να έρθει το αύριο, και πάλι φτου κι απ’ την αρχή.

Χωρίσαμε τη μέρα σε πτώματα στιγμών, σε σκοτωμένες ώρες που θα τις θάβουμε μέσα μας, μέσα στις σπηλιές του είναι μας, στις σπηλιές όπου γεννιέται η ελευθερία της επιθυμίας, και τις μπαζώνουμε με όλων των ειδών τα σκατά και τα σκουπίδια που μας πασάρουν σαν «αξίες», σαν «ηθική», σαν «πολιτισμό».

Κάναμε το σώμα μας ένα απέραντο νεκροταφείο δολοφονημένων επιθυμιών και προσδοκιών, αφήνουμε τα πιο σημαντικά, τα πιο ουσιαστικά πράγματα, όπως να παίξουμε και να χαρούμε μεταξύ μας, να παίξουμε και να χαρούμε με τα παιδιά και τα ζώα, με τα λουλούδια και τα δέντρα, να κάνουμε έρωτα, να απολαύσουμε τη φύση, τις ομορφιές του ανθρώπινου χεριού και του πνεύματος, να κατεβούμε τρυφερά μέσα μας, να γνωρίσουμε τον εαυτό μας και τον διπλανό μας…

Όλα, όλα τα αφήνουμε για το αύριο που δε θα ‘ρθει ποτέ…

Αφού ανατέλλει, δύει ο ήλιος και δεν πάμε πουθενά αλλού, παρά μόνο στο θάνατο, και εμείς οι μαλάκες, αντί να κλαίμε το δειλινό που χάθηκε άλλη μια μέρα απ’ τη ζωή μας, χαιρόμαστε.

Ξέρεις γιατί; Γιατί η μέρα μας είναι φορτωμένη, αντί να είναι μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με τα όρια της ελευθερίας μας.

Την καταντήσαμε έναν καθημερινό, χωρίς καμία ελπίδα ανάστασης, θάνατο, διότι αυτός είναι ο θάνατος. Ο άλλος, όταν γεράσουμε σε αρμονία και ελευθερία με τον εαυτό μας, όταν δηλαδή παραμείνουμε εμείς, δεν είναι θάνατος, είναι μετάβαση, είναι διάσπαση σε μύριες άλλες ζωές, στις οποίες, αν εδώ, σε τούτη τη μορφή ζωής είσαι ζωντανός, αν δε δολοφονήσεις την ουσία σου, εκεί θα δώσεις χάρη και ομορφιά, όπως η Μαρία που φούνταρε προχτές από την ταράτσα για να μην πεθάνει. Του χρόνου, όλα τα στοιχεία της, που τα κράτησε ζωντανά σε τούτη τη μορφή ζωής, θα γίνουν πανσέδες, δέντρα, πουλιά, ποτάμια…


Αρθρογράφος

mm
Τμήμα Ειδήσεων Hellas Press Media
Η Hellas Press Media είναι το πρώτο ενημερωτικό Δίκτυο που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα. Αν θέλετε να ενταχθείτε στο Δίκτυο επικοινωνήστε στο info@hellaspressmedia.gr